Σάββατο 24 Μαΐου 2014

(1. ΤΑ ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΓΥΡΟΚΑΣΤΡΟΥ) Η ΠΟΛΗ-ΧΩΡΙΟ


Έφταιγε η ώρα, που ήταν προχωρημένη μεσημβρινή, ή μήπως η μέρα, που ήταν βροχερή; Πάντως οι κάτοικοι ήταν άφαντοι. Ελάχιστος κόσμος βρισκόταν έξω, κι όλοι τους με ευγενικές και μειλίχιες φυσιογνωμίες, με ντύσιμο λιτό αλλά προσεγμένο, τριγύριζαν αραιά και που στα αδειανά, μοναχικά σοκάκια. Την ησυχία αυτή διατάρασσαν, όχι και πολύ συχνά, διερχόμενα ΙΧ μεγάλου κυβισμού.


Το Αργυρόκαστρο ήταν τόσο οικείο εδώ, που θύμιζε πιο πολύ το πάτριο χωριό που λίγο πολύ όλοι οι Έλληνες έχουν κι επισκέπτονται, σε αργίες και διακοπές, παρά πόλη, 30.000 κατοίκων.

Bλέποντας την πρώτη ταμπέλα σε καφέ χρώμα, η Ιβάννα κατάλαβε ότι πλησίαζε στο πρώτο ιστορικό αξιοθέατο της πόλης-χωριού. Ήταν το πατρικό σπίτι του πιο διάσημου Αλβανού συγγραφέα, του Ισμαήλ Κανταρέ, στην ρρούγα Fato Berberi, όλο δεξά... κι έστριψε.

                                        Η κατάσταση της ρούγας την γέμισε αμφιβολία
                                                 για το αν πήρε το δρόμο τον σωστό

H αλήθεια είναι ότι δεν το 'ψαξε και πολύ φανατικά το σπίτι του Κανταρέ. Τούτο το κίτρινο κτίριο ξεχώριζε λόγω χρώματος και στυλ, όμως δεν ήταν το σπίτι του,όπως νόμιζε αρχικά. Αποτέλεσε για κάποιο χρονικό διάστημα το σπίτι του διπλωμάτη και πολιτικού Rauf Fico. 

Την οικία Κανταρέ δεν κατάφερε να την εντοπίσει, είτε από αφηρημάδα, είτε από έλλειψη σήμανσης. Πάντως λόγω ζημιών που είχε υποστεί λόγω πυρκαγιάς το 1997, το σπίτι του Κανταρέ είναι σε φάση αποκατάστασης και ανοικοδόμησης (απ'όσο το είδε σε φωτογραφίες).

.... μεταβολή και...
Συνέχισε να βολοδέρνει στην τύχη στα σοκάκια, που όσο πήγαιναν και γίνονταν πιο τραχιά

Σε κάποια φάση, επιτέλους, κατόρθωσε να ξεμπλέξει από τα απρόβλεπτα, δαιδαλώδη δρομάκια που όμοιά τους δεν είχε ξαναδεί, γιατί από κει που ήταν ανηφόρα, ξάφνου κατέβαιναν, και τούμπαλιν. Η μορφολογία του εδάφους ήταν ένα ατίθασο μιξάζ από ανισόπεδα λοφάκια, το ένα σιμά στο άλλο, κι όχι ένας μονοκόμματος ορεινός όγκος, όπως αρχικά νόμιζε.

Διαβάζοντας αργότερα γι'αυτή τη γειτονιά που μόλις είχε περιδιαβεί, έμαθε ότι ένα από αυτά τα στενάκια, είχε τη δική του ιστορία. Πρόκειται για τη ρούγα Sokaku i të Marrëve και ονομάζεται μεταφορικά "σοκάκι των Τρελών". Μνημονεύεται συχνά πυκνά, στα γραπτά του Ισμαήλ Κανταρέ. Ήταν δυό βήματα από το σπίτι του, άλλωστε. Εδώ, όπως και στη ρούγα Fato Berberi αλλά και αλλού μέσα στην πόλη, τα παραδοσιακά λιθόστρωτα απειλούνται άμεσα με καταστροφή, τόσο από την έλλειψη συντήρησης, όσο κι από τη συνεχή διέλευση τροχοφόρων.

Όταν μετά από αυτή τη λαβυρινθοειδή πορεία, με ανακούφιση βρήκε ίσωμα, κοντοστάθηκε για να αγναντέψει το θέαμα της νέας πόλης απο ψηλά, καθώς και το θεόρατο επιβλητικό βουνό που ορθωνόταν απέναντι και που το περιτύλιγαν τα σύννεφα, σαν μαλλί της γριάς...


Απ'ό,τι φαίνεται, τώρα αρχίζει το καλό γιατί έκαναν την εμφάνισή τους κτίρια που έδειχναν ολοένα και πιο χαρακτηριστικά και ιστορικά.

Τούτο εδώ το κτίσμα της έκανε το -φωτογραφικό, κι όχι μόνο- κλικ, όμως το φωτογράφισε βιαστικά, χωρίς να του δώσει και πολλή σημασία. Έλα όμως που ήταν ένα από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα της πόλης! (το έμαθε κατόπιν εορτής...)
Επρόκειτο για το πατρικό σπίτι του Ενβέρ Χότζα, του πασίγνωστου ηγέτη-τυράννου της Αλβανίας επί 40 και πλέον συναπτά έτη. Πλέον είναι Εθνογραφικό Μουσείο.

Λίγα λόγια για το Εθνογραφικό Μουσείο: Το 1966, το σπίτι του Χότζα μετά από τις μεγάλες ζημιές που έπαθε από πυρκαγιά, επανακατασκευάστηκε πλήρως σύμφωνα με το παραδοσιακό στυλ των αργυροκαστρίτικων σπιτιών της γύρω περιοχής. Έχει διακοσμηθεί σαν ένα τυπικό σπίτι εμπόρων του 19ου αιώνα με διάφορα οικιακά αντικείμενα, είδη λαϊκής τέχνης και παραδοσιακές στολές. Από το 1966 μέχρι το 1991, το κτίριο φιλοξενούσε Αντιφασιστικό μουσείο. Από το 1991 και μέχρι σήμερα, λειτουργεί σαν Εθνογραφικό μουσείο, με τη μεταφορά σ'αυτό εκθεμάτων από το προηγούμενο μουσείο που εξυπηρετούσε αυτό τον σκοπό. Όλοι του οι όροφοι είναι επισκέψιμοι για το κοινό.

Το παραπάνω, είναι ένα αρχοντικό του 18ου αιώνα σε τροχιά ανακαίνισης, που λειτουργεί παράλληλα ως μουσείο. Ο Χότζα επί του καθεστώτος του το είχε κατάσχει με το έτσι θέλω, πέταξε έξω τους ιδιοκτήτες και το μετέτρεψε σε μουσείο. Το 1993 το αρχοντικό παραχωρήθηκε στους απόγονους του αρχικού ιδιοκτήτη, έκτοτε κατοικείται κανονικά και ονομάζεται οικία Skenduli (από το όνομα της οικογενείας). Κι αυτό λαογραφικό μουσείο είναι, με τιμή εισόδου 2 ευρώ ή αν προτιμάτε, 200 λεκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου