Eίχαν ήδη περάσει 5 χρόνια από το πρώτο μέρος της Οδύσσειας ενός Ξεριζωμένου, που έριξε τίτλους τέλους το 2009. Οι βασικές πρωταγωνίστριες του έπους, Αντιγκόνα, Ιβάννα και Ξερξούσκα είχαν σκορπίσει στους πέντε ανέμους, η παρέα είχε αποδεκατιστεί ταξιδιωτικά, λόγω του Αρμαγεδδώνα της οικονομικής κρίσης που τα ΄χε σαρώσει όλα στο πέρασμά της.
Η Ιβάννα δεν άντεχε άλλο. Αψηφώντας τους πάντες και τα πάντα, αποφάσισε να γράψει μόνη της το δεύτερο μέρος της τριλογίας...
Γιάννενα 2014. Η Ιβάννα μετά από μια μικρή περιπλάνηση στη Βόρεια Ελλάδα, βρήκε το απάνεμο λιμάνι της στα Γιάννενα, που τα επισκεπτόταν για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια. Άρτι αφιχθείσα στον σταθμό των λεωφορείων, σε σύγχυση και συναισθηματική κατάπτωση, ένιωθε έντονα την ανάγκη για ένα νέο ταξίδι-περιπέτεια που θα την έκανε να διώξει μακριά τις σκέψεις, που δεν την άφηναν σε ησυχία. Φορτωμένη με βαριά συμπράγκαλα και αναμνήσεις, κάθησε στην αίθουσα αναμονής για να ξαποστάσει, με την ψυχή άδεια και το ηθικό στα Τάρταρα. Ώσπου το μάτι της καρφώθηκε στην ανακοίνωση του δρομολογίου Γιάννενα-Αργυρόκαστρο. Η Αλβανία αποτελούσε από την εποχή ακόμα που πήγαινε η Ιβάννα στο δημοτικό, μια χώρα ερωτηματικό, που της ασκούσε μια έλξη απροσδιόριστη. Της είχε κινήσει την περιέργεια από τότε που ξεπατίκωνε το χάρτη, για το μάθημα της γεωγραφίας, ζωγραφίζοντας με τις ξυλομπογιές... πολύ σκούρο πράσινο και καφέ, που σήμαινε ατέλειωτα βουνά, δάση και οροσειρές. Το νησάκι Σάσων, το μοναδικό της χώρας, αποτελούσε κι αυτό, για κάποιο ανεξήγητο για την Ιβάννα λόγο, μια κουκίδα μυστηρίου, στα παράλια της Αδριατικής... Μετά από χρόνια άκουσε και διηγήσεις από ανθρώπους που επισκέπτηκαν την Αλβανία. Ήταν περίπου το 2001. Akis46:όπως βγαίνεις από το αεροπλάνο πας σ' ένα μέρος σαν το εξπρές του μεσονυκτίου αφού περάσεις από κει μετά βγαίνεις σ' ένα δρόμο που χωράει ένα αυτοκίνητο αν συναντηθούν δύο, τότε το ένα πάει στα χωράφια
φτάσαμε μετά από ώρα στο Δυρράχιο είναι 27km κάναμε δυόμισι ώρες να πάμε στα Τίρανα είδα κάτι τύπους να πίνουν ουίσκι 9 το πρωί με τα καλάσνικοφ πάνω στο τραπέζι είναι μια χώρα που αντιλαμβάνεσαι παντού την επικινδυνότητα στον αέρα Δεν ήθελε και πολύ. Η Αλβανία αποτυπώθηκε έκτοτε στο μυαλό της ως ο απόλυτος προορισμός. Απόλυτα κοντινός, αλλά τόσο μακρινός... Καθισμένη στην ψυχρή αίθουσα αναμονής, κοιτώντας ξανά την ταμπέλα, δε χρειάστηκε να το σκεπτεί δεύτερη φορά. Ο κύβος ερρίφθη. It's now or never...
Έμεινε 2 μέρες στα Γιάννενα, για ανασύνταξη δυνάμεων. Τα ατέλειωτα δάκρυα του ουρανού καθώς κι η ομίχλη πάνω από τη λίμνη δημιουργούσαν ένα ονειρικό σκηνικό, που υπό άλλες συνθήκες θα την έκαναν να πετάει στα σύννεφα, όμως αυτή τη φορά της προκαλούσαν ακόμα περισσότερη μελαγχολία. Επισκέπτηκε τα πιο σημαντικά αξιοθέατα. 'Εκανε μπαρότσαρκες πίνοντας τα ποτά της. Το δεύτερο βράδυ, με το που έπεσε το σκοτάδι κι αποσύρθηκε νωρίς στο δωμάτιό της, είχε πάρει ήδη την απόφασή της...
Η καινούργια μέρα προδιαγραφόταν λαμπρή! Η Ιβάννα ξύπνησε από το γλυκοχάραμα πολύ ευδιάθετη, κι αφού πήρε το πρωινό της στα γρήγορα μ' έναν καφέ κι ένα ψωμοτύρι, μάζεψε όλες τις αποσκευές της κι έκανε check out έγκαιρα στη ρεσεψιόν. Σκοπός της ήταν να προλάβει το δρομολόγιο των 11 για Αργυρόκαστρο.
Είχε ήδη ψάξει αποβραδίς κάποιες πολύ βασικές πληροφορίες για το ταξίδι. Η απόσταση Ιωάννινα-Αργυρόκαστρο ήταν περίπου 90 χιλιόμετρα κι η διάρκεια του ταξιδιού κοντά στις 2 ώρες. Ο καιρός προβλεπόταν για ακόμα μια φορά βροχερός, καθ'όλη τη διάρκεια της μέρας, με κατά τόπους έντονες καταιγίδες. Οι καιρικές συνθήκες προδιαγράφονταν όχι και τόσο ευοίωνες για μοναχική περιπατητική βόλτα, όμως ούτε αυτές οι αντιξοότητες στάθηκαν ικανές να πτοήσουν την Ιβάννα.
Ενώ ήταν έτοιμη να φύγει από το ξενοδοχείο, στην πόρτα της εξόδου κοντοστάθηκε και φρέναρε απότομα. Της ήλθε άξαφνα η φαεινή ιδέα να ρωτήσει την υπάλληλο που βρισκόταν στην υποδοχή, αν είχε ποτέ επισκεπτεί την Αλβανία κι αν ήξερε να της προτείνει κάποια αξιοθέατα στην πόλη του Αργυροκάστρου.
Η ρεσεπτιονίστ στο άκουσμα αυτής της ερώτησης έμεινε στήλη άλατος, για κάποια δευτερόλεπτα κοιτούσε την Ιβάννα σαν χάνος. Ξεπερνώντας άμεσα το αρχικό σοκ, άρχισε να ξεσπαθώνει και να ωρύεται: "Τι θα πας να κάνεις κοπέλα μου μόνη στην Αλβανία, πας καλά; Είναι άγρια εκεί τα πράγματα, γιατί δεν πας στην Ξάνθη, στην Καβάλα, τόσα άλλα μέρη υπάρχουν..."
Αυτό το ξέσπασμα της ρεσεψιονίστ, έκανε την αρχική ευφορία της Ιβάννα να καταρρεύσει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Για να μιλούσε τόσο έντονα και για να προσπαθούσε να την αποτρέψει, κάποιο λάκκο είχε η φάβα...
(Από epirus-tv-news.blogspot.gr) (Να τι είχε συμβεί λίγο καιρό πριν - άγνωστο όμως αν πρόκειται για ράδιο αρβύλα..) Λεωφορείο που εκτελούσε το δρομολόγιο Αργυρόκαστρο Ιωάννινα, δέχθηκε εχθές το βράδυ επίθεση κοντά στο χωριό Λαζαράτι, περίπου 4 χλμ νότια της πόλης του Αργυροκάστρου, στον εθνικό άξονα Κακαβιάς (σε ένα σημείο που ονομάζεται Kordhoc, στον άξονα Αργυρόκαστρο-πύλη της Κακαβιάς.) Πέτρες και άλλα αντικείμενα εκτοξεύτηκαν απο τους δράστες πάνω στο όχημα, προκαλώντας ζημιές στο παρμπριζ του οχήματος. Δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής γνωστό ποιοι ήταν οι δράστες και η αστυνομία ερευνά την υπόθεση.
Ο οδηγός του γιαννιώτικου λεωφορείου, που κατοικεί στα Ιωάννινα, μιλώντας στα αλβανικά ΜΜΕ είπε σχετικά με το συμβάν: "Πήγαινα κανονικά στο δρόμο όταν είδα ένα αυτοκίνητο μάρκας volkswagen να με προσπερνά και στη συνέχεια να σταματά στην άκρη του δρόμου σε μία ακτίνα περίπου 100 μέτρων. Ξαφνικά ένοιωσα να χτυπούν και απο τις δύο πλευρές το λεωφορείο πέτρες και άλλα αντικείμενα. Σταμάτησα άμεσα το όχημα και ειδοποίησα την αστυνομία.Ευτυχώς δεν τραυματίστηκε κανείς."
Οι επιβάτες του λεωφορείου, όπως ήταν λογικό πανικοβλήθηκαν.
Να σημειωθεί πως η χθεσινή επίθεση ήταν η δεύτερη μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα σε Ελληνική λεωφορειακή γραμμή σε Αλβανικό έδαφος. Η προηγούμενη επίθεση είχε σημειωθεί στις 27 Ιανουαρίου σε λεωφορείο που εκτελούσε το δρομολόγιο Αθήνα Τίρανα.
Ευτυχώς όμως, οι αμφιβολίες κράτησαν για πολύ λίγο. Βέβαια εξακολουθούσαν να υπάρχουν, γιατί μέχρι η Ιβάννα να φτάσει στο σταθμό, είχε ήδη κάνει ένα μικρό γκάλοπ με όσους ανθρώπους είχαν τύχει στο διάβα της. Με τον περιπτερά, τον τυροπιτά...
Εκείνοι όμως, όπως κι οι υπάλληλοι στα εκδοτήρια, ήταν σαφώς πιο καθησυχαστικοί. Της είπαν ότι παλαιότερα στην Αλβανία, ναι μεν υπήρχε πιο επικίνδυνο και ηλεκτρισμένο κλίμα, αλλά τώρα πια δεν συντρέχει κανένας λόγος ανησυχίας. Βέβαια κι αυτοί δεν είχαν πάει προς τα κει τα τελευταία χρόνια...
Για την έκδοση του εισιτηρίου, της ζητήθηκε ταυτότητα ή διαβατήριο. Η Ιβάννα τα είχε και τα δύο. Προτίμησε να παραδώσει το διαβατήριό της στο γκισέ, όπως και να το χρησιμοποιήσει αργότερα στα σύνορα, γιατί ήθελε να εμπλουτίσει τη συλλογή της από σφραγίδες από τις χώρες που επισκεπτόταν. Ήταν για εκείνη το καλύτερο σουβενίρ.
Μετά από λίγη ώρα, είχε πλέον στα χέρια της το ροζ μαγικό χαρτάκι του εισιτηρίου, γραμμένο χειρόγραφα. Ιωάννινα-Αργυρόκαστρο με ανοικτή επιστροφή και τιμή στα 17 ευρώ. Έμελλε να είναι η τέταρτη επιβάτις του δρομολογίου των 11.00, που ξεκινούσε με λεωφορείο σχεδόν άδειο...
Πάγια τακτική της Ιβάννα πριν από κάθε ταξίδι, ήταν, είναι και θα είναι να φτιάχνει μια επιλογή τραγουδιών, με σκοπό αυτή να αποτελέσει το soundtrack του νέου "έργου" που θα έβλεπε και θα ζούσε.
Χωρίς μουσική το θεωρούσε αδιανόητο να ταξιδέψει. 'Ηταν η ιδανική κι αναντικατάστατη συντροφιά, ιδίως για τα μοναχικά της ταξίδια. Η σωστή επιλογή της απογείωνε την ταξιδιωτική εμπειρία και πρόσθετε "αυτό το κάτι παραπάνω" που μεταμόρφωνε την κατάσταση, έδινε το απαραίτητο χρώμα, ακόμα και σε ανιαρές περιστάσεις, όπως ατέλειωτες διαδρομές με τρένα και με πλοία.
Όπως λέει και το γνωστό αλλά σοφό κλισέ, "δεν έχει τόσο σημασία το μέρος, όσο η καλή παρέα..."
Στην περίπτωση της Αλβανίας όμως, δεν ήξερε τι να διαλέξει. Τελικά μετά από ψάξιμο κατέληξε στο να την συντροφεύσει μια άκρως ετερόκλητη παρέα: από τη μία ο Λευτέρης Πανταζής κι ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος, κι από την άλλη οι Dead Can Dance και σκληροί μεταλλάδες.
Η Ιβάννα προσάραξε στην αγαπημένη της θέση στο λεωφορείο, πολύ μακριά από τους υπόλοιπους συνεπιβάτες, που ήταν συγκεντρωμένοι μπροστά. Ήταν όλοι, όπως κι ο οδηγός, αλβανικής καταγωγής, κι εκείνη η μόνη Ελληνίδα. Είχε αποτραβηχτεί για πάρτη της εντελώς, (σαν τον ψωριάρη που ήταν χώρια κι όλοι οι άλλοι μαζί), όχι όμως για λόγους σνομπισμού, αλλά για λόγους άνεσης.
Η πρώτη ρομαντική ώρα της διαδρομής πέρασε χωρίς να το πολυκαταλάβει,
διασχίζοντας καταπράσινα βουναλάκια και λοφάκια μέσα σ' ένα θολό βουκολικό τοπίο. 'Ωσπου ήγγικεν η ώρα της αλήθειας. Σύνορα Κακαβιάς.
Η Ιβάννα είχε ακούσει τόσα και τόσα γι' αυτά τα σύνορα, που έφταναν ώρες ώρες
στη σφαίρα του μύθου και τώρα δεν μπορούσε να το πιστέψει ότι ήλθε κι η δική της
η σειρά να περάσει τις πύλες τους...
Έβαλε στο τέρμα μουσική και περίμενε με όλες τις αισθήσεις σε εγρήγορση,
ανυπομονώντας να δει τι θα γίνει.
Αυτό το τοπίο αντικρίζεις στα δεξιά, λίγο πριν το πέρασμα
από την πρώτη πύλη των συνόρων...
Ελληνική συνοριοφυλακή.
Έλεγχος διαβατηρίων.
Ακριβώς στα δεξιά του ελέγχου διαβατηρίων, έβλεπες αυτή τη φύση.
Πόσοι και πόσοι άραγε θα πέρασαν από εδώ, ειδικά κατά το μεγάλο
μεταναστευτικό κύμα προς την Ελλάδα...
Στα σύνορα που βρίσκονταν στην ελληνική πλευρά, μετά από παραίνεση του οδηγού, η Ιβάννα κατέβηκε αυτοπροσώπως για να περάσει από τον έλεγχο διαβατηρίων. Δεν έχασε για ακόμα μια (και τελευταία) φορά την ευκαιρία να ρωτήσει τον αστυνομικό που βρισκόταν στο κουβούκλιο, αν υπήρχε κίνδυνος στην Αλβανία για μοναχικές ταξιδιώτισσες.
"Μπα, μην ανησυχείς, δεν υπάρχει πρόβλημα" αποκρίθηκε εκείνος. Και συνέχισε: "Πάντως να φανταστείς, εγώ τόσα χρόνια και δεν έχω περάσει τα σύνορα ποτέ. Καλά εσένα πώς σου 'ρθε και πας προς τα κει;" "Για βόλτα" του απάντησε λακωνικά η Ιβάννα. Πού να καθόταν τώρα να του εξηγεί...
Στον δεύτερο έλεγχο, από την αλβανική μεριά αυτή τη φορά, ο οδηγός μάζεψε τα διαβατήρια όλων των επιβατών και πήγε ο ίδιος να τα παραδώσει για τον έλεγχο. Η διαδικασία αυτή ευτυχώς δεν κράτησε πολύ. Το λεωφορείο περνώντας επιτυχώς όλα τα crash test, έκανε κι επίσημα πλέον την είσοδό του στα αλβανικά εδάφη. Η Ιβάννα τα είχε δει όλα κωλυόμενα (από τον ενθουσιασμό της!) κι έβαλε το ειδικό track που είχε επιλέξει για την περίσταση να παίζει...
Αυτά που πρωτοαντίκρισε στην Κακαβιά, σε κάποιο βαθμό, της θύμισαν τα λόγια που είχε ακούσει χρόνια πριν απ' τον Aki 46. Ήταν πράγματι σαν να έμπαινες στη φτωχική ζώνη του λυκόφωτος, αλλά στο πιο βαλκανικό σενάριό της. Παραπήγματα, μικρομάγαζα, σκουπίδια...όχι όμως σε τραγικό βαθμό.
Το ελληνικό στοιχείο είχε διεισδύσει για τα καλά στις πρώτες εικόνες της Αλβανίας, με μικρογεύματα Γρηγόρη, διαφημίσεις πορτοκαλάδας Ήβη και σκονισμένα σαράβαλα με ελληνικές πινακίδες...
H Iβάννα, βλέποντας τη φύση της ακριβώς από πάνω φωτογραφίας, στα σύνορα, είχε φανταστεί ότι ο δρόμος για το Αργυρόκαστρο θα ήταν τραχύς, ορεινός, όλο στροφές, ανηφοριές και ζαλάδα.
Όμως αντίθετα, στα μάτια της απλώθηκε ένας καταπράσινος κάμπος, -με ψηλά βουνά και χωριουδάκια να τον πλαισιώνουν εξ αποστάσεως- που αργότερα έμαθε ότι λέγεται κοιλάδα του Δρίνου. Παρ'όλα αυτά υπάρχει ένα μπέρδεμα ως προς την ονομασία του ποταμιού που διατρέχει τον εύφορο κάμπο. Η Ιβάννα αρχικά νόμισε ότι κι αυτό ονομαζόταν Δρίνος, όμως σύμφωνα με τον παλιό της άτλαντα, το εν λόγω ποτάμι είναι ο Αώος, με τον δρόμο που συνδέει Αργυρόκαστρο-Ιωάννινα να κυλάει κι αυτός παράλληλά του. Ο ποταμός Δρίνος βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Αλβανίας, κοντά στις Βορειοαλβανικές Άλπεις. Τότε τι σχέση έχει η κοιλάδα μ'αυτόν..;
Πυκνό μυστήριο για την ονομασία της κοιλάδας τελικά. Όποιος ξέρει, ας διαφωτίσει...
(Το μυστήριο λύθηκε, κατά πάσα πιθανότητα. Πρόκειται για δύο διαφορετικά ποτάμια, με -σχεδόν- το ίδιο όνομα. Ο Δρίνος no2 που περνά μέσα από την κοιλάδα είναι παραπόταμος του Αώου και ουδεμία σχέση έχει με τον Δρίνο no1, που βρίσκεται στη Βόρεια Αλβανία. Στα αλβανικά ο Δρίνος no2 ονομάζεται Drino, ενώ ο no1 Drin! )
Η θέα του κάμπου, εκ δεξιών
Τα χωριουδάκια, διαδέχονταν το ένα το άλλο σε πολύ κοντινή απόσταση μεταξύ τους κι όσο μπορούσε να διακρίνει η Ιβάννα, φάνταζαν θλιμμένα και σχεδόν πανομοιότυπα μεταξύ τους.
'Ηταν συγκεντρωμένα στην αριστερή μεριά του δρόμου, και οι ταμπέλες που σε οδηγούσαν σ'αυτά, ήταν γραμμένες και στις δύο ονομασίες τους, στην αλβανική και στην ελληνική.
Στο δρόμο, υπήρχαν συνεχώς βενζινάδικα, με αναρίθμητες διαφορετικές αλλά συνάμα εξωτικές ονομασίες όπως Afrimi oil, Kastrati, Rabi oil και συνοδευτικά, δίπλα στις ταμπέλες τους, ανεβαστικά σλόγκαν: " Ιt oil, with us you just fly"
Οι τιμές της αμόλυβδης, άλλοτε 183, 187 ή 190 λεκ το λίτρο, (ισοτιμία 1ευρώ=140λεκ) κυμαίνονταν περίπου σε επίπεδα τιμών Βουλγαρίας, ή ελληνικού -αθηναϊκού- diesel (εν έτει αρχών 2014).
Ακόμα και άπταιστα greeklish, πιθανότατα ενσωματωμένα στο αλβανικό λεξιλόγιο, φιγουράριζαν σε περίοπτη θέση: Psistaria, Marmaraκαι δε συμμαζεύεται. Τρομερή εντύπωση έκανε στην Ιβάννα ένας καφενές-εστιατόριο, σημαιοστολισμένος με αλβανικές και αμερικάνικες σημαίες. Πολυεθνικός αχταρμάς με λίγα λόγια, αυτός ο δρόμος...
'Aλλη μια ταμπέλα που έβλεπες συνέχεια, ήταν αυτή με την ένδειξη "Lavazho"(πλυντήριο αυτοκινήτων; Μάλλον.)H πιο εμπνευσμένη κι ελκυστική εκδοχή της, σαν ντουζ δροσιάς,"Lavazho Oasi"...
Επιγραφές όπως Makineri Bullone, Servisturk (επρόκειτο για συνεργείο αυτοκινήτων με αναρτημένες απ' έξω τούρκικες σημαίες) έκαναν φανερό ακόμα και σε κάποιον που δεν ομιλούσε την αλβανική, ότι στην οδό Κακαβιάς-Αργυροκάστρου γινόταν του βουλκανιζατέρ το κάγκελο...
Τα πρώτα μέτρα μετά την είσοδο στη χώρα, εκπλήσσουν ευχάριστα.
Το οδικό δίκτυο ήταν σε πολύ καλή κατάσταση κι εξασφάλιζε,
τουλάχιστον μέχρι το Αργυρόκαστρο, ένα άνετο ταξίδι.
(Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ονομάζεται Superstrada Gjirokastër-Janinë.)
Άλλη έκπληξη όμορφη: Λίγο έξω από το χωριό Δερβιτσάνη, το τοπικό fan club του Τριφυλλιού δηλώνει δυναμικά το παρών ακόμα κι εδώ, στη Βόρεια Ήπειρο! Το graffitάκι από τη μεριά του, θέλοντας και μη, είναι πλήρως εναρμονισμένο με το φυσικό περιβάλλον και τα αιγοπρόβατα...
Η Ιβάννα είχε κλείσει πολλή ώρα πριν τη μουσική, γιατί της είχε πάρει τα αυτιά. Οι μουσικές επιλογές της είχαν αποτύχει πλήρως στο να συμβαδίσουν με την ιδιαίτερη εμπειρία της Αλβανίας και να δώσουν μια πιο ποιητική διάσταση στο ταξίδι, με τρόπο οπτικοακουστικό. Εικόνα και ήχος ήταν και τα δύο στον υπερθετικό βαθμό και γι'αυτό δεν μπορούσε να τ'αντέξει ταυτόχρονα...
Συνεχίζοντας στα μουγγά την πορεία στην superstrada SH4 Ε853 όλο ευθεία, τα πρώτα κτίσματα του Αργυρόκαστρου έκαναν επιτέλους την εμφάνισή τους. Αν κι έχει περάσει μόλις ένας μήνας από τότε, κι όσο κι αν το σκέπτεται, η Ιβάννα δε μπορεί να θυμηθεί τι εντύπωση της έκανε η είσοδος στην πόλη. Μάλλον καμία. 'Ισως επειδή αυτό που αντίκρισε, το θεώρησε απόλυτα αναμενόμενο. Το μόνο κτίσμα που θυμάται έντονα, ήταν μια εκκλησία που ήταν σε φάση ανέγερσης και προδιαγραφόταν πολύ δυνατή, ιδιαίτερη περίπτωση (κιτς) εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής, Ορθόδοξου ρυθμού.
Βέβαια ως γνωστόν από τα περίχωρα δε μπορείς να σχηματίσεις κανονική εικόνα οποιασδήποτε πόλης και να επισκεπτείς, οπότε ας μην οδηγούμαστε σε πρόωρα συμπεράσματα.
Σιγά μην πτοηθεί όμως, αντιθέτως ανυπομονούσε όλο και περισσότερο να αποβιβαστεί από το λεωφορείο για να αρχίσει επιτέλους η δράση.
Ο οδηγός του λεωφορείου, αν και στις πρώτες κουβέντες του στα Γιάννενα ήταν αρκετά απόμακρος με την Ιβάννα και απολύτως τυπικός, χωρίς φιοριτούρες και πολλά πολλά, με το που πάτησαν το πόδι στο Αργυρόκαστρο άρχισε να τη ρωτάει λεπτομέρειες, πώς κι επισκέπτεται την Αλβανία, αν πάει να συναντήσει γνωστούς ή φίλους... Η Ιβάννα του είπε ότι πάει πρώτη φορά και ότι δεν ξέρει κανέναν.
Ο οδηγός (απ' ό,τι κατάλαβε η Ιβάννα, χωρίς πρόθεση να κάνει καμάκι) της πρότεινε αν ήθελε βοήθεια ή πληροφορίες για το Αργυρόκαστρο, να κάνει μια στάση στα γραφεία δίπλα στο τέρμα των λεωφορείων κι αν ήθελε να πιει και καφέ εκεί.
Η Ιβάννα εκτίμησε ιδιαίτερα τη στάση του οδηγού, που αποδείχτηκε άκρως φιλόξενος και τζέντλεμαν, όμως καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα από την ανυπομονησία της να επισκεπτεί την πόλη, κι έτσι δεν ήταν σε φάση να αράξει στο καθισιό, ούτε να αρχίσει το κουβεντολόι. Τον ευχαρίστησε εγκάρδια και προτίμησε να συνεχίσει την εξόρμησή της στα τυφλά, όπως το είχε συνήθειο.
Φορώντας τα τεράστια γυαλιά ηλίου της, προσπάθησε να ταμπουρωθεί πίσω από τα χρωματιστά τζάμια τους, θωρακίζοντας το βλέμμα της ενάντια στις "επιθέσεις" των ξένων. Σκοπός ήταν να τραβήξει όσο το δυνατόν λιγότερο την προσοχή, ούτως ώστε να μη χρειαστεί να συναναστραφεί καθόλου με αγνώστους, που πιθανόν να της έπιαναν την πάρλα (η Ιβάννα είχε αυτό τον μαγνήτη).
Κατέβηκε δειλά δειλά και συντηρητικά από το λεωφορείο, αποχαιρετώντας το προς το παρόν. Ο δρόμος, πάνω στον οποίο βρισκόταν το τέρμα κι γινόταν η αποβίβαση, πρέπει να 'ταν ένας από τους πιο κεντρικούς δρόμους του Αργυροκάστρου, ίσως κι ο κεντρικότερος, γιατί έσφυζε από ζωή και πολυκοσμία. Πρώτη στάση στο ΑΤΜ, για να τραβήξει φράγκα.
Εκεί που ετοιμαζόταν να πληκτρολογήσει το ποσό της ανάληψης, διαπίστωσε ότι δε θυμόταν την ισοτιμία ευρώ-λεκ (τι στόκος...) Όμως πηγαίνοντάς το με την κοινή λογική, πάτησε οκ στο δεύτερο από τα στάνταρ ποσά που αναγράφονταν στα αριστερά της οθόνης. 3000 λεκ το μαλλί (κι όποιον πάρει ο Χάρος). Με τον παρά στο χέρι, συνέχισε τον ελαφρώς ανηφορικό δρόμο της.
Ήθελε τόσο πολύ να αρχίσει να βγάζει φωτογραφίες, όμως σκέπτηκε ότι δεν ήταν φρόνιμο ακόμα να φανεί ότι ήταν τουρίστρια, προτού βολιδοσκοπήσει την κατάσταση και τις διαθέσεις των κατοίκων.
Έχουν σημειωθεί άλλωστε (στην Ελλάδα) ουκ ολίγες φορές περιστατικά με ανθρώπους που στραβώνουν με τα φωτογραφικά φώτα στραμμένα πάνω τους, ή ακόμα χειρότερα που μπορεί να σε ρωτήσουν όταν φωτογραφίζεις κάτι άσχετο "Συγνώμη γιατί το φωτογραφίζετε;" ("Κι εσένα τι σε κόφτει;" είναι η σωστή απάντηση, αλλά έχε χάρη...) Σε άλλες περιπτώσεις βέβαια ισχύει το ακριβώς αντίθετο, τα βγάζουν όλα με χαρά φόρα παρτίδα. Άβυσσος η ψυχή των ανθρώπων.
Για να επιστρέψουμε στο Αργυρόκαστρο, η αρχική αίσθηση της Ιβάννα, ήταν ότι περνούσε απαρατήρητη μέσα σ' αυτό το αεικίνητο πλήθος. Τα κτίσματα σ'αυτή τη γωνιά της πόλης ήταν σχετικά νεόδμητα, αλλά κακοφτιαγμένα. Στη μέση μιας κεντρικής, κυκλικής πλατείας, δέσποζε ένα θεόρατο, ατσούμπαλο γιαπί. Το θέαμα αυτό ήταν υπεράνω από τις δυνάμεις της...δε μπόρεσε με τίποτα να αντισταθεί στο τρομακτικό καρακιτσαριό, έπρεπε οπωσδήποτε να το απαθανατίσει. Έτσι άρχισε να ξεθαρρεύει και οι πρώτες φωτογραφίες (στα κλεφτά), ήταν γεγονός.
H Iβάννα, ξεψαρώνοντας όλο και περισσότερο, συνέχισε την ανηφορική της πορεία στο άγνωστο. Σκοπός την ήταν να αφήσει πίσω της την καινούργια πόλη και να εντοπίσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα την παλιά, διατηρητέα πόλη του Αργυροκάστρου. Χωρίς να έχει μαζί της χάρτη, αλλά και χωρίς να έχει ψάξει από πριν προς τα πού βρισκόταν το ιστορικό κέντρο, κίνησε ενστικτωδώς όλο ευθεία προς τα πάνω. Στο μεταξύ όμως, χρειάστηκε να περάσει συμπληγάδες...
Στο διάβα της, συνάντησε ένα παζάρι που φάνταζε σαν καταυλισμός με τσαντίρια. Η εικόνα αυτή εισέβαλλε με το έτσι θέλω στο οπτικό της πεδίο και το αιχμαλώτισε. Ο φωτογραφικός φακός παραδόθηκε κι αυτός άνευ όρων και δε μπόρεσε να προβάλλει καμία αντίσταση...
Mόνο δύο φωτογραφίες κατάφερε να βγάλει, φυσικά στη ζούλα και χωρίς να στοχεύει κάπου συγκεκριμένα. Δεν πρόλαβε να καταλάβει καλά καλά από πού της ήρθε, όταν από τα δεξιά της έκανε πέσιμο μια μεσόκοπη στρίγγλα, γαβγίζοντάς της απειλητικά. Μέσα σ'όλο αυτό τον οχετό που ξεστόμισε, η λέξη "foto" ήταν η μόνη που μπορούσε να σε κάνει να βγάλεις άκρη για τα συμφραζόμενα. "Aν είναι δυνατόν, στράβωσε επειδή βγάζω από μακριά φωτογραφία τις παλιατσαρίες;; Άστην να λέει. Σκυλί που γαβγίζει δε δαγκώνει" σκέπτηκε προσπαθώντας να παραμείνει ατάραχη η Ιβάννα. Προσπέρασε -χωρίς ούτε καν να ρίξει ένα βλέμμα- τη Χάρυβδη της λαϊκής αγοράς και συνέχισε σταθερά την πορεία της όλο ευθεία. Για καλό και για κακό όμως, άλλαξε πεζοδρόμιο.
Aπό εδώ μπορούσε να κοζάρει, σε απόσταση ασφαλείας, το γιουσουρούμ του τρόμου...
Το στυλ αυτών των κτισμάτων οικείο, γιατί θυμίζει την Ελλάδα στα χειρότερά της...
Τα πράγματα ήταν πιο ζόρικα απ' ό,τι τα περίμενε. Στη θέα αυτών των κτισμάτων η Ιβάννα είχε αρχίσει σχεδόν να ζαλίζεται. Μια προσωρινή λύση ήταν να τρυπώσει σε ένα σούπερ μάρκετ που βρισκόταν εκεί κοντά, για να χαζέψει τα τοπικά προϊόντα και να βρει τίποτα να τσιμπολογήσει.
Η Ιβάννα είχε περιέργεια πολλή, να δει και να δοκιμάσει τα τοπικά προϊόντα της Αλβανίας. Το 'χε συνήθειο από παλιά, να χαζεύει τα ράφια των σούπερ μάρκετ όποτε βρισκόταν σε καινούργιο μέρος και να κάνει συλλογή από παράξενες συσκευασίες.
Για κακή της τύχη όμως, τα περισσότερα προϊόντα που υπήρχαν ήταν εισαγόμενα, κυρίως τούρκικα κι ελληνικά. Τα μόνα (από αλβανικά) που της γυάλισαν στο μάτι ήταν κάτι γεμιστά μπισκότα κι ένας τραχανάς. Άνοιξε το πακέτο με τα μπισκότα και δοκίμασε. Η γεύση τους ήταν ρετρό και ταυτόχρονα πολύ οικεία, και της θύμισε (όπως και στη Σερβία που είχε επισκεπτεί λίγους μήνες πριν) γεύσεις που έχουν εκλείψει από τα ελληνικά τυποποιημένα τρόφιμα εδώ και καιρό.
Φτάνοντας στο ταμείο, ήλθε αντιμέτωπη με τη διαπίστωση ότι αν και στην Ελλάδα, υπάρχει μια συμβίωση χρόνων με τους Αλβανούς, παρ' όλα αυτά δεν ήξερε ούτε μια λέξη στα αλβανικά, ούτε καν τα πιο βασικά, του στυλ ναι, όχι, ευχαριστώ, καλημέρα... Ουσιαστικά δεν γνώριζε τίποτα για την κουλτούρα αυτών των ανθρώπων. Προσωπικά, δεν ήξερε ούτε έναν!
Δεν της πήγαινε να μιλήσει αγγλικά, το θεώρησε εκτός τόπου και χρόνου, αλλά ούτε κι ελληνικά. Ακολούθησε την τακτική "μούγγα στη στρούγγα" κι έκανε τα ψώνια της μέσα στη σιγή ιχθύος...
Άκρως ρετρό κι η συσκευασία του τραχανού, design του '70 στη νέα χιλιετία!
(δεν έχει δοκιμασθεί ακόμα γευστικά)
Αυτά εδώ τα (τούρκικα) Patos Nacho Peynirli πρέπει να έχουν πολύ σουξέ στην Αλβανία (ή τουλάχιστον να τα διαφημίζουν πολύ) γιατί στην είσοδο του μάρκετ φιγουράριζε μια μεγάλη αφίσα-ρεκλάμα που τα προωθούσε σε προσφορά. Η Ιβάννα δεν μπόρεσε να αντισταθεί στο κραυγαλέο μάρκετινγκ, ούτε στην περίεργη ονομασία τους... (γευστικά δεν ήταν τίποτα το αλησμόνητο.)
Bonus foto: χρόνια πριν η Ιβάννα είχε εντοπίσει σε μίνι μάρκετ στο Αγκίστρι τούτον εδώ τον αλβανικό καφέ, κι ήταν η πρώτη φορά που δοκίμαζε αλβανικό χαρμάνι. Ο καφές αυτός ψήνεται και πίνεται στο στυλ του ελληνικού, μόνο που είναι πολύ πιο σκούρος και βαρύς. Πολύ ιδιαίτερος και διαφορετικός καφές, που η σκούφια του κράταγε από Αργυρόκαστρο! Εξ ου και τ' όνομά του...
Αφού έκανε λίγο χάζι, να την και πάλι πίσω στην περιπλάνηση, δίχως χασομέρι. Μια απορία μόνο πλανιόταν στον αέρα. Πού στο καλό να 'ταν το περίφημο ιστορικό κέντρο τούτης πόλης; Δεν έκατσε να το φιλοσοφήσει και πολύ, ούτε να σκοτιστεί, γιατί αργά ή γρήγορα, ο δρόμος θα της φανερωνόταν από μόνος του. Έτσι συνέχισε να περπατά, με μοναδικό οδηγό το -βασικό- ένστικτό της.
Οι νεόκτιστες κατασκευές ακόμα παρούσες, ευτυχώς όχι για πολύ ακόμα.
Η άσφαλτος παραχωρούσε κι αυτή τη θέση της στο χαρακτηριστικό
ριγέ λιθόστρωτο του Αργυροκάστρου...
Τα σπίτια ήρχισαν σιγά σιγά να παλιώνουν κι η ρούγα να γίνεται όλο και πιο ανηφορική και κακοτράχαλη. Καλό σημάδι. Φανέρωνε ότι η Ιβάννα ήταν στον σωστό το δρόμο.
Έμελλε όμως να τη βρει δεύτερο κτύπημα, που ευτυχώς το αντιμετώπισε με ψυχραιμία: μια βάβω σε στυλ απειλητικό, αλλά ταυτόχρονα χαρωπό (αλλόκοτος συνδυασμός, είναι η αλήθεια) κινήθηκε προς το μέρος της, μιλώντας και χασκογελώντας χαιρέκακα..."Τρέχα γύρευε τι έλεγε και τι ήθελε", σκέπτηκε η Ιβάννα με προσποιητή υπεροψία, αδυνατώντας να αποκωδικοποιήσει τις προθέσεις της γριάς μπάμπως και συνεχίζοντας με σταθερό το βήμα.
Ο κόσμος όλο και αραίωνε, μέχρις ότου σχεδόν είχε εξαφανιστεί. Στον γαλήνιο απάνω μαχαλά, η οχλαγωγία της καινούργιας πόλης φάνταζε πια μακρινή ανάμνηση. Οι μόνοι διαβάτες, ήταν σχολιαρόπαιδα όλων των ηλικιών που πήγαιναν στα σπίτια τους.
Έφταιγε η ώρα, που ήταν προχωρημένη μεσημβρινή, ή μήπως η μέρα, που ήταν βροχερή; Πάντως οι κάτοικοι ήταν άφαντοι. Ελάχιστος κόσμος βρισκόταν έξω, κι όλοι τους με ευγενικές και μειλίχιες φυσιογνωμίες, με ντύσιμο λιτό αλλά προσεγμένο, τριγύριζαν αραιά και που στα αδειανά, μοναχικά σοκάκια. Την ησυχία αυτή διατάρασσαν, όχι και πολύ συχνά, διερχόμενα ΙΧ μεγάλου κυβισμού.
Το Αργυρόκαστρο ήταν τόσο οικείο εδώ, που θύμιζε πιο πολύ το πάτριο χωριό που λίγο πολύ όλοι οι Έλληνες έχουν κι επισκέπτονται, σε αργίες και διακοπές, παρά πόλη, 30.000 κατοίκων.
Bλέποντας την πρώτη ταμπέλα σε καφέ χρώμα, η Ιβάννα κατάλαβε ότι πλησίαζε στο πρώτο ιστορικό αξιοθέατο της πόλης-χωριού. Ήταν το πατρικό σπίτι του πιο διάσημου Αλβανού συγγραφέα, του Ισμαήλ Κανταρέ, στην ρρούγα Fato Berberi, όλο δεξά... κι έστριψε.
Η κατάσταση της ρούγας την γέμισε αμφιβολία
για το αν πήρε το δρόμο τον σωστό
H αλήθεια είναι ότι δεν το 'ψαξε και πολύ φανατικά το σπίτι του Κανταρέ. Τούτο το κίτρινο κτίριο ξεχώριζε λόγω χρώματος και στυλ, όμως δεν ήταν το σπίτι του,όπως νόμιζε αρχικά. Αποτέλεσε για κάποιο χρονικό διάστημα το σπίτι του διπλωμάτη και πολιτικού Rauf Fico.
Την οικία Κανταρέ δεν κατάφερε να την εντοπίσει, είτε από αφηρημάδα, είτε από έλλειψη σήμανσης. Πάντως λόγω ζημιών που είχε υποστεί λόγω πυρκαγιάς το 1997, το σπίτι του Κανταρέ είναι σε φάση αποκατάστασης και ανοικοδόμησης (απ'όσο το είδε σε φωτογραφίες).
.... μεταβολή και...
Συνέχισε να βολοδέρνει στην τύχη στα σοκάκια, που όσο πήγαιναν και γίνονταν πιο τραχιά
Σε κάποια φάση, επιτέλους, κατόρθωσε να ξεμπλέξει από τα απρόβλεπτα, δαιδαλώδη δρομάκια που όμοιά τους δεν είχε ξαναδεί, γιατί από κει που ήταν ανηφόρα, ξάφνου κατέβαιναν, και τούμπαλιν. Η μορφολογία του εδάφους ήταν ένα ατίθασο μιξάζ από ανισόπεδα λοφάκια, το ένα σιμά στο άλλο, κι όχι ένας μονοκόμματος ορεινός όγκος, όπως αρχικά νόμιζε.
Διαβάζοντας αργότερα γι'αυτή τη γειτονιά που μόλις είχε περιδιαβεί, έμαθε ότι ένα από αυτά τα στενάκια, είχε τη δική του ιστορία. Πρόκειται για τη ρούγα Sokaku i të Marrëve και ονομάζεται μεταφορικά "σοκάκι των Τρελών". Μνημονεύεται συχνά πυκνά, στα γραπτά του Ισμαήλ Κανταρέ. Ήταν δυό βήματα από το σπίτι του, άλλωστε. Εδώ, όπως και στη ρούγα Fato Berberi αλλά και αλλού μέσα στην πόλη, τα παραδοσιακά λιθόστρωτα απειλούνται άμεσα με καταστροφή, τόσο από την έλλειψη συντήρησης, όσο κι από τη συνεχή διέλευση τροχοφόρων.
Όταν μετά από αυτή τη λαβυρινθοειδή πορεία, με ανακούφιση βρήκε ίσωμα, κοντοστάθηκε για να αγναντέψει το θέαμα της νέας πόλης απο ψηλά, καθώς και το θεόρατο επιβλητικό βουνό που ορθωνόταν απέναντι και που το περιτύλιγαν τα σύννεφα, σαν μαλλί της γριάς...
Απ'ό,τι φαίνεται, τώρα αρχίζει το καλό γιατί έκαναν την εμφάνισή τους κτίρια που έδειχναν ολοένα και πιο χαρακτηριστικά και ιστορικά.
Τούτο εδώ το κτίσμα της έκανε το -φωτογραφικό, κι όχι μόνο- κλικ, όμως το φωτογράφισε βιαστικά, χωρίς να του δώσει και πολλή σημασία. Έλα όμως που ήταν ένα από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα της πόλης! (το έμαθε κατόπιν εορτής...)
Επρόκειτο για το πατρικό σπίτι του Ενβέρ Χότζα, του πασίγνωστου ηγέτη-τυράννου της Αλβανίας επί 40 και πλέον συναπτά έτη. Πλέον είναι Εθνογραφικό Μουσείο.
Λίγα λόγια για το Εθνογραφικό Μουσείο: Το 1966, το σπίτι του Χότζα μετά από τις μεγάλες ζημιές που έπαθε από πυρκαγιά, επανακατασκευάστηκε πλήρως σύμφωνα με το παραδοσιακό στυλ των αργυροκαστρίτικων σπιτιών της γύρω περιοχής. Έχει διακοσμηθεί σαν ένα τυπικό σπίτι εμπόρων του 19ου αιώνα με διάφορα οικιακά αντικείμενα, είδη λαϊκής τέχνης και παραδοσιακές στολές. Από το 1966 μέχρι το 1991, το κτίριο φιλοξενούσε Αντιφασιστικό μουσείο. Από το 1991 και μέχρι σήμερα, λειτουργεί σαν Εθνογραφικό μουσείο, με τη μεταφορά σ'αυτό εκθεμάτων από το προηγούμενο μουσείο που εξυπηρετούσε αυτό τον σκοπό. Όλοι του οι όροφοι είναι επισκέψιμοι για το κοινό.
Το παραπάνω, είναι ένα αρχοντικό του 18ου αιώνα σε τροχιά ανακαίνισης, που λειτουργεί παράλληλα ως μουσείο. Ο Χότζα επί του καθεστώτος του το είχε κατάσχει με το έτσι θέλω, πέταξε έξω τους ιδιοκτήτες και το μετέτρεψε σε μουσείο. Το 1993 το αρχοντικό παραχωρήθηκε στους απόγονους του αρχικού ιδιοκτήτη, έκτοτε κατοικείται κανονικά και ονομάζεται οικία Skenduli (από το όνομα της οικογενείας). Κι αυτό λαογραφικό μουσείο είναι, με τιμή εισόδου 2 ευρώ ή αν προτιμάτε, 200 λεκ.
Στην ίδια ευθεία, άρχισαν να φανερώνονται το ένα μετά το άλλο, τα πιο σημαντικά κτίρια. Στο βάθος, διακρίνεται ο μιναρές, του μοναδικού, καταπώς φαίνεται τζαμιού της πάνω πόλης κι ακριβώς από πάνω, δεσπόζει κι επιβλέπει τα πάντα το Κάστρο.
Λίγα μέτρα παρακάτω, στα δεξιά, υπερυψωμένο εμφανίζεται το γυμνάσιο της πόλης "Αsim Zeneli". Ποιος ήταν ο Asim Zeneli; Αλβανός παρτιζάνος που σκοτώθηκε το 1943 σε μάχη εναντίον των Ιταλών. Μετά θάνατον ανακηρύχτηκε "Ήρωας του Λαού" (Hero i Popullit), που αποτελεί ύψιστο τίτλο τιμής για τους Αλβανούς πολίτες. Yπάρχει και τοποθεσία με το όνομά του λίγο έξω από το Αργυρόκαστρο, στην κοιλάδα του Δρίνου, αγνώστων λοιπών στοιχείων...
Ακριβώς δίπλα αλλά και μπροστά στο γυμνάσιο, υπήρχε ηρώο και μνημείο πεσόντων. Στη γειτονιά αυτή, που ονομάζεται Palorto, πρέπει να υπήρξαν πολλά θύματα πολέμου, στον Β' Παγκόσμιο. Πρώτη στη λίστα πεσόντων ήταν, η γνωστή μας από την ομώνυμη ρούγα, αγωνίστρια Fato Berberi (Dudumi)...
H Fato Berberi σε γραμματόσημο μαζί με τις άλλες αγωνίστριες της αλβανικής Αντίστασης,
την Shejnaze Juka και τη Margarita Tutulani.
Το όνομά της, έχει δοθεί και σ'αυτό το πολιτιστικό κέντρο για παιδιά
(Qendrës Kulturore të Fëmijëve 'Fato Berberi')
Διεισδύοντας για τα καλά στο κέντρο της παλιάς πόλης...
Της τη βγήκε από τα δεξιά και την αιφνιδίασε το σημαιοστολισμένο -αλλά και με κάγκελα παντού- γραφείο του Partia Demokratike (Δημοκρατικό Κόμμα της Αλβανίας), κάτι αντίστοιχο με τη Νέα Δημοκρατία στο Ελλάντα...
Αυτό είναι το μοναδικό 4στερο ξενοδοχείο του Αργυροκάστρου, και ονομάζεται Cajupi (που είναι και το όνομα μιας τοποθεσίας-βουνοκορφής του απέναντι βουνού Lunxhëria). Τριγύρω του υπάρχει μεγάλο πάρκινγκ, όπου γίνεται η στάθμευση των τουριστικών λεωφορείων κι αποβίβαση των τουριστών, που τη συγκεκριμένη μέρα είχαν μικρή, αλλά αισθητή παρουσία.
Δίπλα στο ξενοδοχείο, βλέπουμε το άγαλμα του Çerçiz Topulli, αντάρτη με καταγωγή από το Αργυρόκαστρο και αγωνιστή για την απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό. Έχει τιμηθεί κι αυτός με τη σειρά του, μετά θάνατον, με τον τίτλο του " Ήρωα του Λαού".
Κι ακριβώς από πίσω, στο background, στο ισόγειο του ξενοδοχείου Cajupi,
φιγουράρουν τα πολιτικά γραφεία των τοπικών Μαυρογυαλούρων...
Μπροστά σ'αυτό το κτίριο, τα τιμώμενα πρόσωπα είναι επιφανείς εκπρόσωποι της Αλβανικής διανόησης, με καταγωγή από το Αργυρόκαστρο. Ο Eqrem Çabej (1908-1980), γλωσσολόγος και διδάσκαλος, κάτι σαν Αλβανός Μπαμπινιώτης, η Musine Kokalari (1917-1983) κι ο Ismail Kadare (1936- ), λογοτέχνες. Η ιστορία της Kokalari είναι η πιο τραγική εκ των τριών: μετά την επικράτηση του Κομμουνιστικού Καθεστώτος, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 20 χρόνων. Το χειρότερο όμως για κείνη -που το μεγαλύτερο πάθος στη ζωή της ήταν να γράφει- ήταν ότι δεν της επιτράπηκε ποτέ πια να ασχοληθεί με τη συγγραφή.